Να πας στην Καλαμάτα-Γεωτρόπιο 158
Αρκετοί συγγραφείς παρομοιάζουν την Καλαμάτα με τη Γη της Επαγγελίας. Υπερβολή ίσως, πάντως είναι από τις ωραιότερες και πιο ζωντανές Ελληνικές πόλεις…..
ΠερισσότεραΑρκετοί συγγραφείς παρομοιάζουν την Καλαμάτα με τη Γη της Επαγγελίας. Υπερβολή ίσως, πάντως είναι από τις ωραιότερες και πιο ζωντανές Ελληνικές πόλεις…..
ΠερισσότεραΤο δρυοδάσος που μας αγκαλιάζει, έχει πάρει το χαλκοκίτρινο χρώμα του χειμώνα στην περιοχή του Παϊου και κατευθυνόμαστε προς τη Δάφνη που πολλοί εξακολουθούν να την αναφέρουν Στρέζοβα…
ΠερισσότεραΜόνη Εμβάσια Μονεμβάσια
Επιβλητική θεά στο θρόνο της, γαλήνια μέσα στο σκληρό τοπίο, ανάμεσα στο μπλε του ουρανού και της θάλασσας, μαγεύει πάντα τις καρδιές όλων όσων τη γνωρίζουν.
Κείμενα Φωτογραφία: ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΠΠΑΣ
Η Μονεμβάσια, ή Μονεμβασία, ή Μονεμβασιά, ή Μονοβάσια, Μονεμβασσιά, Μονεμβάσσια, Μικρό Γιβραλτάρ αλλά και Βράχος, γνωστή στους Φράγκους ως Μαλβαζία ή Μαλβαζούϊ. Στην αρχαιότητα ονομαζόταν “Άκρα Μίνωα” όπως περιγράφει στα Λακωνικά ο Παυσανίας και ήταν ενωμένη σε μεγάλο μήκος με την ξηρά, είναι μια μικρή ιστορική πόλη της ανατολικής Πελοποννήσου, της επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς, στο Νομό Λακωνίας.
Το όνομά της είναι σύνθετη λέξη, που προέρχεται από τις δύο ελληνικές λέξεις Μόνη και Έμβασις, δηλαδή η μόνη είσοδος. Μονεμβάσια! …. Επιβλητική θεά στο θρόνο της, γαλήνια μέσα στο σκληρό τοπίο, ανάμεσα στο μπλε του ουρανού και της θάλασσας, μαγεύει πάντα τις καρδιές όλων όσων τη γνωρίζουν.
Η εντυπωσιακή Μονεμβάσια είναι ένα από τα ωραιότερα στολίδια της χώρας μας. Πρόκειται για μια από τις δυο σπουδαιότερες βυζαντινές πολιτείες, όχι μόνο της Λακωνίας, αλλά ολόκληρης της Ελλάδος. Χτισμένη σε έναν πελώριο βράχο, γοητεύει τους επισκέπτες της από την πρώτη στιγμή που την αντικρίζουν.
Η καστροπολιτεία tης Μονεμβάσιας, απέχει από την Αθήνα 350 χιλμ. και βρίσκεται στα νότια παράλια της Πελοποννήσου. Η διαδρομή μέχρι την Τρίπολη είναι άνετη, μετά την Σπάρτη όμως, αρχίζουν οι πολλαπλές στροφές και χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή. Στα Βόρεια του Βράχου βρίσκεται η παλιά Μονεμβασιά, καθώς και το μοναδικό φιόρδ στην Ελλάδα, το φιόρδ του Γέρακα (Ιέρακας). Στα Νότια βρίσκεται ο Κάβο Μαλιάς (Άκρα Μαλέα), τα Κύθηρα και η Ελαφόνησος. Στα Ανατολικά απλώνεται το Μυρτώο πέλαγος ως τη Μήλο και την Κίμωλο. Τέλος στα Δυτικά ο Πάρνωνας ορθώνει επιβλητικά το ανάστημά του.
Η βυζαντινή Μονεμβάσια άρχισε να χτίζεται τον 6ο αιώνα. Το φυσικό αυτό οχυρό χρησιμοποιήθηκε πολλές φορές ως καταφύγιο των γειτονικών περιοχών κατά τις επιδρομές των Σλάβων. Φτάνοντας στη Μονεμβάσια αξίζει τον κόπο να προσέξετε την είσοδο και τα τείχη της κάτω πόλης. Το ταξίδι σας στη βυζαντινή εποχή αρχίζει από τη στιγμή που θα περιπλανηθείτε στα στενά πέτρινα σοκάκια της πόλης του ρομαντισμού και της ιστορίας. Τα παλιά πέτρινα αρχοντικά και οι όμορφες βυζαντινές εκκλησίες θα σας εντυπωσιάσουν. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι ο Ελκόμενος Χριστός του 13ου αιώνα (μητρόπολη, τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική με τρούλο και νάρθηκα, χτιστό σύνθρονο, επισκοπικό θρόνο και αξιόλογες μεταβυζαντινές εικόνες), η Παναγία η Χρυσοφίτισσα του 17ου αιώνα με τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, ο Άγιος Nικόλαος (τρίκλιτη θολοσκέπαστη βασιλική με τρούλο, του 1703), ο Άγιος Στέφανος του 18ου αιώνα, η Παναγία η Κρητική ή Μυρτιδιώτισσα και η Αγία Άννα (B΄ Eνετοκρατία, τέλη 17ου – αρχές 18ου αι.).
Στην κεντρική πλατεία είναι το κανόνι και το Αρχαιολογικό Μουσείο. Για να καταφέρετε να μείνετε σε ένα από τα παλιά αρχοντικά τόσο εντός όσο και εκτός της Καστροπολιτείας, που έχουν μετατραπεί σε μικρά πολυτελή boutique hotels και ξεχωρίζουν για τη φιλοξενία υψηλής αισθητικής και την ιδιαίτερα ρομαντική ατμόσφαιρα που προσφέρουν, θα πρέπει να έχετε προνοήσει αρκετό καιρό πριν να κλείσετε δωμάτιο, αφού η τουριστική κίνηση στη Μονεμβάσια είναι αυξημένη όλο το χρόνο.
Η παλιά πόλη δεν προσφέρεται για όσους προτιμούν τις ανέσεις του σύγχρονου πολιτισμού. Τα ξενοδοχεία ακολουθούν πιστά το παλιό παραδοσιακό στυλ της περιοχής. Τις τοπικές σπεσιαλιτέ θα έχετε τη δυνατότητα να τις γευτείτε στα γραφικά ταβερνάκια, τα οποία είναι διακοσμημένα κυρίως με πέτρα και ξύλο. Αξίζει τον κόπο να κάνετε μια βόλτα και στην άνω πόλη, Επάνω Κάστρο ή Γουλά, από όπου θα μαγευτείτε από τη θέα προς την κάτω πόλη, ανάμεσα στο μπλε του ουρανού και του Μυρτώου Πελάγους, μπροστά από την επιβλητική εκκλησία της Αγίας Σοφίας, έναν οκταγωνικό ναό με τρούλο, που ταυτίζεται από τους ερευνητές με τη μονή Oδηγήτριας του 1150.
Στην πάνω πόλη κατοικούσαν οι αριστοκράτες σε μεγάλα πέτρινα κτίρια, αραιά κτισμένα το ένα από το άλλο, αλλά σήμερα έχουν απομείνει μόνο λίγα ερείπια για να μαρτυρούν την ύπαρξη ενός άλλου κόσμου.
https://classic63.com/%ce%b3%ce%b9%ce%ac%ce%bd%ce%bd%ce%b7%cf%82-%cf%81%ce%af%cf%84%cf%83%ce%bf%cf%82-%ce%b5%ce%bb%ce%bb%ce%b7%ce%bd%ce%b9%ce%ba%ce%ae-%ce%bb%ce%bf%ce%b3%ce%bf%cf%84%ce%b5%cf%87%ce%bd%ce%af%ce%b1-%ce%ba/
Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος καταγόταν από τη Μονεμβασιά, όπου και βρίσκεται σήμερα ο τάφος του έξω από τα τείχη, στο Κοιμητήριο του Βράχου. Και όπως λέει ο ποιητής της «Ρωμιοσύνης»,
«Ετούτο το τοπίο είναι σκληρό σαν τη σιωπή,
σφίγγει στον κόρφο του τα πυρωμένα του λιθάρια,
σφίγγει στο φως τις ορφανές ελιές του και τα αμπέλια του,
σφίγγει τα δόντια. Δεν υπάρχει νερό. Μονάχα φως.
Ο δρόμος χάνεται στο φως κι ο ίσκιος της μάντρας είναι σίδερο.
Μαρμάρωσαν τα δέντρα, τα ποτάμια κι οι φωνές μες στον ασβέστη του ήλιου.»Μόνη Εμβάσια Μονεμβάσια
Εάν σας άρεσε το αφιέρωμα, παρακαλώ μοιραστείτε το με φίλους σας. Η δύναμη του ιστολογίου είναι οι αναγνώστες του…..εσείς.Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή και αναδημοσίευση μέρους ή ολόκληρου άρθρου του περιοδικού. Δεν επιτρέπεται και η αναμετάδοση των ηχητικών κειμένων μας σε οποιαδήποτε μορφή και προβολή, δίχως τη γραπτή αδείας μας.
Μαγούλιανα- Η Αετοφωλιά του Μοριά
Κείμενο: Κώστας Χριστοφιλόπουλος
Φωτογραφία: Βασίλης Λάππας
Τεύχος 422 17/Μαΐου/2008
Όταν άκουγα κάτι για τα Μαγούλιανα από φίλους που κατάγονταν από εκεί, τρία πράγματα έρχονταν στο μυαλό μου. Ότι είναι ο ψηλότερος κατοικημένος οικισμός της Πελοποννήσου, στα 1350 μέτρα, ότι ήταν σημείο αναφοράς στα απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη και ότι υπήρξε παραθεριστικό θέρετρο των Βιλαρδουίνων. Οι εικόνες που μου περιέγραφαν πάντως για την αμφιθεατρική του θέση, τα παλιά αρχοντικά και τις ιστορικές εκκλησίες ελάχιστα απείχαν από την πραγματικότητα. Στεφανωμένο από το ελατόδασος το χωριό απέναντι από τον ορεινό όγκο του Μαινάλου προσφέρει υπέροχη θέα προς το βουνό και το οροπέδιο της Βυτίνας. Ακολουθούμε τον κεντρικό δρόμο και σε μικρή απόσταση από τη Βυτίνα με κατεύθυνση προς Ολυμπία αντικρίζουμε τον οικισμό ψηλά και δεξιά κουρνιασμένο κοντά στην ελατοστεφανωμένη βουνοκορφή.
Είναι χτισμένο στην κορυφή ενός μεγάλου πετάλου και απλώνεται αμφιθεατρικά σε απότομη βουνοπλαγιά. Δίνει έτσι μια θαυμάσια εικόνα που θυμίζει τα Λαγκάδια. Τα πετρόκτιστα σπίτια του, πολλά από τα οποία είναι καλά συντηρημένα, ακολουθούν τη γνωστή γορτυνιακή αρχιτεκτονική παράδοση και δίνουν μια θαυμάσια εικόνα με την αμφιθεατρική τους δόμηση. Το χωριό είναι γεμάτο καρυδιές και γάργαρα νερά που ξεχύνονται από τις κρήνες της πλατείας με τον πασίγνωστο «Γεροπλάτανο» ηλικίας άνω των 300 χρόνων. Χειμερινό θέρετρο των Βιλλαρδουίνων την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Είναι ιδανικός τόπος ανάπαυσης, για όλες τις εποχές με ξενώνες, ταβέρνες, καφενεία. Ιδιαίτερη μνεία θα κάνουμε για την χασαποταβέρνα του Ιωσήφ στο κέντρο του χωριού, με ντόπια κρέατα τυριά και κρασί που τα τιμήσαμε δεόντως…
Πρόκειται για γραφικό χωριό, με κτήρια παραδοσιακής αρχιτεκτονικής έργα των περίφημων Λαγκαδινών μαστόρων της πέτρας. Στην κεντρική πλατεία ο Άγιος Δημήτρης και η εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, του 17ου αιώνα. Η εκκλησία της Κοιμήσεως έχει θαυμάσιο ξυλόγλυπτο τέμπλο που θεωρείται από τα ωραιότερα της Ευρώπης και περίτεχνες επιχρυσωμένες εικόνες. Το τέμπλο είναι έργο του Ηπειρώτη μάστορα Χριστόδουλου και έχει διαστάσεις 10×4.70 μ. Παρουσιάζει ομοιότητες με το τέμπλο του Αγίου Νικολάου στο Γαλαξίδι και είναι προγενέστερο από αυτό. Έχει φιλοτεχνηθεί με την τεχνική του λεγόμενου «τρυπητού», αφήνοντας διαμπερή κενά ανάμεσα στα ξυλόγλυπτα θέματα, τα οποία αναπαριστούν κυρίως σκηνές, ανάγλυφα διαμορφωμένες, από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Υπάρχουν επίσης και αξιόλογες μορφές με έντονη επίδραση της όψιμης ενετικής τέχνης του 19ο αιώνα. Δίπλα στον αμαξιτό επαρχιακό δρόμο και απέναντι από την πλατεία με το μεγάλο πλάτανο στο πάνω χωριό, είναι η εκκλησία του Προφήτη Ιωάννη του 18ου αιώνα, με αξιόλογο γλυπτό υπέρθυρο. Μέσα στο χωριό υπάρχουν δύο παλιά πετρόχτιστα γεφύρια. Τα Μαγούλιανα όπως τα περισσότερα ορεινά χωριά της Πελοποννήσου έχει πληγεί από τη μετανάστευση και διατηρεί μόλις 80 μόνιμους κατοίκους το χειμώνα. Το καλοκαίρι όμως γνωρίζει αρκετή κίνηση. Ψηλά στο φρύδι του χωριού, o δρόμος προχωρά προς το δάσος, με κατεύθυνση το Βαλτεσινίκο που βρίσκεται περίπου επτά χιλιόμετρα πιο πάνω, μέσα από μια θαυμάσια διαδρομή.
Η περιοχή προσφέρει μαγευτική και πανοραμική θέα προς ολόκληρη σχεδόν την οροσειρά του Μαινάλου και τη Βυτίνα. Τα Μαγούλιανα είναι χτισμένα στη θέση Αργυρόκαστρο, πάνω στα ερείπια της ομώνυμης Αρκαδικής πόλης ίχνη της οποίας διακρίνουμε ακόμη και σήμερα.
Το τοπωνύμιο Μαγούλιανα είναι μάλλον μοναδικό στην Ελλάδα. Πιθανότατα, ο οικισμός δημιουργήθηκε μέσα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όπως αναφέρει ο ιστορικός Τάκης Κανδηλώρος, στην περιοχή που σήμερα βρίσκεται το χωριό και όπου τότε κατοικούσε μόνο ένας ποιμένας με το όνομα Ανδρώνης. Σ’ αυτό βρήκαν καταφύγιο από τις επιδρομές των Λαλαίων Τούρκων, κάτοικοι από τα γύρω χωριά. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, στο χωριό κατοικούσε μια νεαρή κοπέλα με το όνομα Σκλάβα, η οποία αψήφησε τον κίνδυνο από τις επιδρομές των Τούρκων και πήγε στην πηγή της Αγια-Λεούσας όπου όμως την άρπαξαν οι εχθροί. Όταν την ανέβασαν στο άλογο αυτή το χτύπησε και εξαφανίστηκε. Τόσο δυνατός λέγεται ότι ήταν ο βηματισμός της, που έμεινε τ’ αχνάρι της πάνω σ’ ένα βράχο δίνοντας στην ευρύτερη περιοχή το όνομα «Σκλάβας Αχνάρι». Κοντά σ’ αυτό το σημείο βρίσκεται και ένας ενδιαφέρων γεωλογικός σχηματισμός. Οι παλιότεροι έλεγαν ότι πρόκειται για την πετρωμένη «Κυρά των Μαγούλιανων», η οποία πέτρωσε εκεί προσευχόμενη στο Θεό να τη σώσει από τους Τούρκους που την κυνηγούσαν. Στις τελευταίες γενιές ωστόσο ο σχηματισμός αυτός έχει καθιερωθεί να ονομάζεται «Κολοκοτρώνης». Η συμμετοχή του χωριού στον αγώνα των Ελλήνων το 1821 ήταν πολύ σημαντική, σύμφωνα πάντα με αυτά που αναφέρουν οι Φώτιος Χρυσανθακόπουλος ή Φωτάκος, του οποίου και ήταν τόπος καταγωγής τα Μαγούλιανα και ο Κανέλλος Δεληγιάννης. Τα Μαγούλιανα καταστράφηκαν από τα στρατεύματα του Ιμπραήμ στις 5 Ιουλίου 1825. Ήταν το τελευταίο χωριό που κατέστρεψαν οι Τούρκοι πριν αλλάξει η πολεμική τακτική των ελληνικών στρατευμάτων απέναντι στον Ιμπραήμ.
Το 1928, χτίστηκε έξω από το χωριό και στην περιοχή από την οποία περνάει ο δρόμος για το χωριό Βαλτεσινίκο μέσα στο ελατόδασος, το Σανατόριο της Μάνας. Τα χρήματα είχε συγκεντρώσει η Άννα Παπαδοπούλου, αδερφή του Παύλου Μελά και γνωστή με το όνομα «η μάνα του Στρατιώτη», με εράνους που είχε πραγματοποιήσει στην Αμερική και από τη δωρεά για το σκοπό αυτό που έκαναν οι Γεώργιος και Δημήτριος Σπετζερόπουλος. Το Σανατόριο προοριζόταν για τους φυματικούς φαντάρους και ξεκίνησε τη λειτουργία του το 1928, ενώ το 1930 παραδόθηκε σε κοινή χρήση και έδωσε μεγάλη κίνηση στα Μαγούλιανα. Στα χρόνια της Γερμανοϊταλικής κατοχής και τα χρόνια που ακολούθησαν ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για το κτίριο αυτό το οποίο στέκει τώρα λεηλατημένο περιμένοντας την εκ νέου αξιοποίησή του από το 1952, οπότε και εγκαταλείφθηκε ολοκληρωτικά.
Οι διαδρομές από τη Βυτίνα προς τα Μαγούλιανα και το Βαλτεσινίκο είναι μια από τις πιο όμορφες της Αρκαδίας. Κοντά στη διακλάδωση για το χωριό στο δρόμο Τρίπολης-Πύργου βρίσκονται τα υπολείμματα του αρχαίου ιερού της Μεθυδριάδας, δίπλα από το εκκλησάκι της Παναγίας. Ο δρόμος από το χωριό συνεχίζει ανηφορικά προς το Αργυρόκαστρο για να διακλαδωθεί στη συνέχεια σε δύο δρόμους. Ο ένας δρόμος, δεξιά, οδηγεί προς το ύψωμα του Αργυροκάστρου, όπου και το ομώνυμο κάστρο. Σε μικρή απόσταση και στη δεξιά πλευρά του δρόμου αυτού δεσπόζει ο βράχος του Κολοκοτρώνη.
Ο άλλος δρόμος κατηφορίζει προς το Βαλτεσινίκο. Στα αριστερά διακρίνεται χαμηλότερα το εγκαταλειμμένο σανατόριο. Σε μικρή απόσταση υπάρχει ξενώνας, και ο δρόμος συνεχίζει διασχίζοντας το πυκνό ελατόδασος μέσα σε ένα υπέροχο και καταπράσινο τοπίο. Στα χρόνια πριν και μετά τον πόλεμο, πολλοί Μαγουλιανίτες μετέφεραν τα κοπάδια τους στα χειμαδιά πεδινών περιοχών και αρκετοί δούλεψαν και σε διάφορες αγροτικές δουλειές, κυρίως ελιές και σταφίδες. Αποτέλεσμα ήταν πολλοί από αυτούς να μεταναστεύσουν. Άλλωστε υπάρχει ολόκληρη συνοικία στην Αμαλιάδα που ονομάζεται «Μαγουλιανίτικα», ενώ δεν είναι λίγοι και οι Μαγουλιανίτες που κατοικούν στο Αίγιο χωρίς όμως να έχουν χάσει την επαφή με την ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Καθώς ο ήλιος κατηφορίζει προς τη δύση του μέσα από τις συννεφιασμένες, ελατοσκέπαστες κορυφές του Μαινάλου και το μούχρωμα παίζει με το πούσι που σχηματίζει η υγρασία στο οροπέδιο που απλώνεται στα πόδια του χωριού, αποχαιρετούμε τα Μαγούλιανα πλήρεις από εικόνες μαγικής φύσης, ιστορίας και παράδοσης.
Εάν σας άρεσε το αφιέρωμα, παρακαλώ μοιραστείτε το με φίλους. Η δύναμη του ιστολογίου είναι οι αναγνώστες του…..εσείς.
Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή και αναδημοσίευση μέρους ή ολόκληρου άρθρου του περιοδικού. Δεν επιτρέπεται και η αναμετάδοση των ηχητικών κειμένων μας σε οποιαδήποτε μορφή και προβολή, δίχως τη γραπτή αδείας μας.
Σφάλμα: Η φόρμα επικοινωνίας δε βρέθηκε.
Φωτογραφία Βασίλης Λάππας
Κείμενα Κώστας Χριστοφιλόπουλος
Στη δυτική Πελοπόννησο, στην κοιλάδα του ποταμού Αλφειού, αναπτύχθηκε ο ιερότερος χώρος της αρχαίας Ελλάδας. Ήταν αφιερωμένος στον πατέρα των θεών, τον Δία. Ο αρχαιολογικός χώρος της Ολυμπίας, εκτείνεται στους νοτιοδυτικούς πρόποδες του Κρονίου λόφου, μεταξύ των ποταμών Αλφειού και Κλαδέου, που ενώνονται σε αυτή την περιοχή.
Παρά την απομονωμένη θέση της κοντά στη δυτική ακτή της Πελοποννήσου, η Ολυμπία καθιερώθηκε στο πανελλήνιο ως το σημαντικότερο θρησκευτικό και αθλητικό κέντρο. Εδώ γεννήθηκαν οι σπουδαιότεροι αγώνες της αρχαίας Ελλάδας, οι Ολυμπιακοί, που γίνονταν κάθε τέσσερα χρόνια προς τιμήν του Δία, ένας θεσμός με πανελλήνια ακτινοβολία και λάμψη από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Η απαρχή της λατρείας και των μυθικών αναμετρήσεων που έλαβαν χώρα στην Ολυμπία χάνεται στα βάθη των αιώνων. Οι τοπικοί μύθοι σχετικά με τον ισχυρό βασιλιά της περιοχής, τον ξακουστό Πέλοπα, και τον ποτάμιο θεό Αλφειό, φανερώνουν τους ισχυρούς δεσμούς του ιερού τόσο με την Ανατολή όσο και με τη Δύση.
Η Ολυμπία, ως ο τόπος διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων στους κλασικούς χρόνους, ήταν συγκρίσιμη στη σημασία με τα Πύθια που διοργανώνονταν στους Δελφούς. Στην Ολυμπία βρισκόταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός, έργο του Φειδία, το οποίο ήταν γνωστό στην αρχαιότητα ως ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου. Η αφετηρία των Ολυμπιακών Αγώνων χρονολογείται πίσω στο 776 π.Χ. και τελούνταν κάθε τέσσερα χρόνια. Το 394 μ.Χ. ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄ απαγόρευσε την τέλεσή τους ως γεγονός παγανισμού. Αν και η ανακάλυψη του χώρου έγινε το 1766 δεν υπήρξαν ανασκαφές μέχρι το 1829, οπότε έγιναν και οι πρώτες ανασκαφές από την «επιστημονική αποστολή του Μωριά», τους επιστήμονες που συνόδευαν το γαλλικό σώμα στρατού στην εκστρατεία του Μωριά. Η πρώτη μεγάλη ανασκαφή στην Ολυμπία ξεκίνησε το 1875 χρηματοδοτούμενη από το Γερμανικό Κράτος. Επικεφαλής ήταν ο Γερμανός αρχαιολόγος Έρνστ Κούρτιους. Υπεύθυνοι για τη ανασκαφή ήταν επίσης οι Γκούσταβ Χίρσφελντ, Γκεόργκε Τρόι και Άντολφ Φουρτβαίνγκλερ οι οποίοι δούλεψαν μαζί με τους αρχιτέκτονες Α. Μπέτιχερ, Βίλχελμ Ντέρπφελντ και Ρίχαρντ Μπόρρμαν. Ανέσκαψαν το κεντρικό μέρος του ιερού, συμπεριλαμβανομένου του Ναού του Δία, του Ηραίου, του Βουλευτηρίου, της Στοάς της Ηχούς, των Θησαυρών, του Πρυτανείου και της Παλαίστρας. Βρέθηκαν σημαντικά ευρήματα μεταξύ αυτών η Νίκη του Παιωνίου και ο Ερμής του Πραξιτέλους. Συνολικά 14.000 αντικείμενα καταγράφηκαν τα οποία στεγάστηκαν στο μουσείο.
O ναός του Δία Χτίστηκε το 456 π.Χ. και αποτελεί πρότυπο δείγμα δωρικού ρυθμού. Στις στενές πλευρές είχε 6 κίονες ενώ στις επιμήκεις 13, σύνολο 34 κίονες. Στο ανατολικό αέτωμα υπήρχε η παράσταση του αγώνα μεταξύ Οινομάου και Πέλοπος ενώ στο δυτικό η θρυλική μάχη μεταξύ Κενταύρων και Λαπιθών. Στο εσωτερικό του ναού φυλάσσονταν πολλά αναθήματα, μεταξύ αυτών το σημαντικότερο ήταν το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός ύψους 13 μέτρων που φιλοτεχνήθηκε στην Ολυμπία την δεκαετία του 430 π.Χ. από τον γλύπτη Φειδία.
Το Στάδιο
Το στάδιο της Ολυμπίας είναι ο χώρος όπου τελούνταν οι αρχαίοι Ολυμπιακοί Αγώνες αλλά και τα Ηραία, αγώνες γυναικών προς τιμήν της Ήρας. Βρίσκεται ανατολικά της Άλτεως, ακριβώς έξω από τη βορειοανατολική γωνία του ιερού περιβόλου. Η είσοδος στο στάδιο ήταν μόνο για τους επίτροπους, τους αθλητές και τους ήρωες. Το στάδιο είχε χωρητικότητα 45.000 θεατών. Στην μια πλευρά ήταν κτισμένο επάνω στην φυσική πλαγιά του λόφου. Στην άλλη πλευρά είχε χτιστεί τεχνητό ύψωμα για να εξυπηρετήσει την απαραίτητη κλίση. Το γυμνάσιο ήταν ο τόπος προπόνησης των αθλητών. Στο στάδιο είχε περάσει ο Κρέων έξη μήνες προπονούμενος. Το γυμνάσιο ήταν επιστεγασμένο σε όλο του το μήκος, έτσι ώστε οι αθλητές να μπορούν να προπονούνται στον αγώνα δρόμου άσχετα από τις καιρικές
συνθήκες.
Το Μουσείο
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας είναι ένα από τα σπουδαιότερα μουσεία της Ελλάδας και εκθέτει τα αρχαιολογικά ευρήματα που βρέθηκαν στον αρχαιολογικό χώρο. Από το σύνολο των, ανεκτίμητης αξίας, εκθεμάτων σημαντικότερη είναι η έκθεση των γλυπτών, για την οποία είναι κυρίως γνωστό το μουσείο, καθώς και η συλλογή χάλκινων αντικειμένων, που είναι η πλουσιότερη στον κόσμο και απαρτίζεται από όπλα, ειδώλια και άλλα αντικείμενα, ενώ ιδιαίτερα σημαντικά είναι και τα ευρήματα της μεγάλης πηλοπλαστικής. Τα σπουδαιότερα εκθέματά του είναι, ο Ερμής του Πραξιτέλους, η Νίκη του Παιωνίου, ο Δίας με τον Γανυμήδη, Αετώματα από τον ναό του Δία, το κράνος του Μιλτιάδη.
O Ερμής του Πραξιτέλους
Στις 26 Απριλίου 1877, ο Γερμανός καθηγητής Αρχαιολογίας Ernst Curtius, διευθυντής των ανασκαφών στην αρχαία Ολυμπία, ανακάλυπτε στον ναό της Ήρας την θεσπέσια κεφαλή ενός αγάλματος, το αριστερό του χέρι και τα πόδια. Χρειάστηκαν άλλες έξι ανασκαφικές φάσεις για να έρθουν στο φως τα υπόλοιπα τμήματα του γλυπτού, όπως αποκαταστάθηκε αργότερα, μολονότι μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί τα λιγοστά κομμάτια που λείπουν. Ήταν ένα έργο του Πραξιτέλη! «Ερμής ο φέρων Διόνυσον νήπιον» αφιερωμένο από τους Ηλείους και τους Αρκάδες. Ευτυχώς, το είχε δει ο Παυσανίας στην Ολυμπία γύρω στα 175 μ.Χ., δηλαδή έξι αιώνες μετά την κατασκευή του κι έτσι μπόρεσαν οι αρχαιολόγοι να το ταυτίσουν.
Ο θεός Ερμής, σε υπερφυσικό μέγεθος, κρατά στο αριστερό του χέρι τον μικρούλη θεό Διόνυσο, ενώ από το ίδιο χέρι κρέμεται ένα πολύπτυχο ύφασμα με το οποίο σκεπάζεται ο κορμός δέντρου που στηρίζει τον Διόνυσο. Αυτός, πάλι, φαίνεται ότι προσπαθούσε να τσιμπολογήσει σταφύλια από ένα τσαμπί που κρατούσε ψηλά με το δεξί του χέρι ο Ερμής. Αυτά είναι τα κομμάτια που λείπουν (χέρι, τσαμπί κλπ). Παριανό μάρμαρο, συνολικό ύψος με το βάθρο του αγάλματος 3,70 μέτρα.
Πρόκειται για το μοναδικό γνωστό μέχρι σήμερα πρωτότυπο έργο του διάσημου Αθηναίου γλύπτη, για τον οποίο είναι μάλλον κοινώς αποδεκτό ότι ήταν γιός του γλύπτη Κηφισόδοτου του Πρεσβύτερου (τέλη 5ου-πρώτες δεκαετίες 4ου αι.). Αξίζει να δει κανείς την Ειρήνη του Κηφισόδοτου, το καλό αντίγραφο στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου, για να συγκρίνει τον τρόπο με τον οποίο αποδίδεται το κεφάλι της σε σχέση με την κεφαλή του μικρούλη Πλούτου, που τον βαστά κι αυτή με το αριστερό της χέρι. Εκεί βρίσκεται όλη η χάρη και των δύο γλυπτών.
Ο ίδιος ο Πραξιτέλης –που γεννήθηκε γύρω στα 395, έκανε δύο γιούς, τον Τίμαρχο και τον Κηφισόδοτο τον Νεότερο, γλύπτες και οι δύο, έζησε πολλά χρόνια με την εταίρα Φρύνη και λάτρεψε το ανθρώπινο σώμα, ανδρικό και γυναικείο– θεωρείται ο πρώτος γλύπτης που απεικόνισε γυμνό, ολόγυμνο, το γυναικείο σώμα (Αφροδίτη της Κνίδου). Παρόλα αυτά, ο Ερμής του Πραξιτέλη δεν είναι το «διαμάντι της Ολυμπίας» όπως το προβάλλουν πολλοί. «Διαμάντια» πάρα πολλά υπάρχουν στα μουσεία της. Τα γλυπτά από τα αετώματα του ναού του Διός και η Νίκη του γλύπτη Παιωνίου είναι έργα αξεπέραστης ομορφιάς.
Στον ιερό χώρο της Αρχαίας Ολυμπίας
Ένα Ταξίδι στο χρόνο και στο χώρο ανασύροντας αρίφνητους θησαυρούς μέσα από το χρονοντούλαπο της Ιστορίας με τα σημαντικότερα γεγονότα από το χώρο της Τέχνης και του Πολιτισμού
Εάν σας άρεσε το αφιέρωμα, παρακαλώ μοιραστείτε το με φίλους. Η δύναμη του ιστολογίου είναι οι αναγνώστες του…..εσείς.
Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή και αναδημοσίευση μέρους ή ολόκληρου άρθρου του περιοδικού. Δεν επιτρέπεται και η αναμετάδοση των ηχητικών κειμένων μας σε οποιαδήποτε μορφή και προβολή, δίχως τη γραπτή αδείας μας.
Για άμεση επικοινωνία μαζί μας
Σφάλμα: Η φόρμα επικοινωνίας δε βρέθηκε.
Κείμενα Κώστας Χριστοφιλόπουλος
Φωτογραφία Βασίλης Λάππας
Χτισμένη σε υψόμετρο χιλίων μέτρων περίπου, σε μια κοιλάδα στους πρόποδες του ελατοσκέπαστου Μαινάλου, η Βυτίνα έχει μαγευτική θέση και είναι από τα πιο γραφικούς οικισμούς της Ελλάδας. Αποτελεί ένα ιδεώδη τόπο χειμερινού και θερινού τουρισμού και ορμητήριο εξόρμησης για τη γνωριμία της ορεινής Αρκαδίας.
Το Μαίναλο αποτελεί έναν ενιαίο φυσικό, πολιτιστικό και ιστορικό χώρο. Τα παρθένα και αρχέγονα τοπία του, η βιολογική του ποικιλότητα, η θέση του στην συμβολή των αξόνων επικοινωνίας της χλωρίδας και πανίδας της Πελοποννήσου συνιστούν σε συνδυασμό με το ιστορικό – οικιστικό του πρόσωπο, ένα σημαντικό οικοσύστημα και ένα υψηλής στάθμης φυσικό και ανθρώπινο περιβάλλον.
Αμέτρητοι θρύλοι και παραδόσεις συνδέονται με το βουνό, στο οποίο έζησαν θεοί και ήρωες της μυθολογίας. Το Μαίναλο ήταν η κατοικία τού Πάνα, του τραγοπόδαρου θεού των ποιμνίων και των βοσκών, σε αυτό παρουσιαζόταν συχνά η θεά Δήμητρα, σε αυτό περιφέρονταν οι Νύμφες.
Τα ειδυλλιακά του τοπία ενέπνευσαν τον Γκαίτε, τον Βιργίλιο, τον Πουσέν και πολλούς άλλους ποιητές και φιλοσόφους, και υμνήθηκαν από αυτούς. Μάλιστα, σύμφωνα με το Βιργίλιο το Μαίναλο “πάντα ακούει τα ερωτικά τραγούδια των βοσκών και του Πάνα, που παίζει τη φλογέρα του”. Η φιλοσοφική τάση και σχολή της “Αρκαδίας” – παγκόσμια γνωστή και δημοφιλής μέχρι τις μέρες μας – στο βουνό αυτό οφείλει τη γέννησή της. Μέσα και γύρω από του Μαίναλο ξεδιπλώνεται η ιστορική διαδρομή δεκάδων αιώνων ελληνικής ιστορίας. Διάσπαρτο από πολλά γραφικά και ιστορικά χωριά, Δημητσάνα, Στεμνίτσα, Βυτίνα, Λαγκάδια, Αλωνίσταινα, Λιμποβίστι, Λεβίδι, Μαγούλιανα, Πιάνα, Ζιγοβίστι, Πυργάκι, Βαλτεσινίκο και άλλα, γεμάτο από απομεινάρια αρχαίων και μεσαιωνικών οικισμών, από ναούς, μοναστήρια, κρυφά σχολειά, πέτρινα γεφύρια, νερόμυλους, λιθόστρωτα και μονοπάτια, το Μαίναλο αποτελεί πραγματικά ένα απέραντο πάρκο πολιτισμού και ιστορίας.
Το χειμώνα η Βυτίνα, σκεπασμένη συχνά από χιόνια, προσφέρει ένα μοναδικό θέαμα. Εξ’ άλλου φημίζεται για το υγιεινό κλίμα της. Έως το 1940 μάλιστα αποτελούσε τόπο αποθεραπείας ατόμων με νοσήματα θώρακος με δύο σανατόρια σε λειτουργία, την “Ιθώμη”, στην πλαγιά του Μαινάλου πάνω από την κωμόπολη, και τη “Μάνα του Στρατιώτου” κοντά στα Μαγούλιανα. Και τα δύο σήμερα δεν λειτουργούν. Το δεύτερο είχε ιδρύσει η αδελφή του Παύλου Μελά, η Μαρία Παπαδοπούλου, για τους στρατιώτες και παλαιούς πολεμιστές των Βαλκανικών αγώνων. Με το κλίμα, τη γραφικότητα και η θέση της η κωμόπολη εξακολουθεί να προσελκύει πολλούς επισκέπτες όλες τις εποχές. Ιδιαίτερα τις αργίες αποτελεί το συνηθισμένο τόπο εξόρμησης επισκεπτών από την Αθήνα, την Πελοπόννησο και την γύρω περιοχή. Για την εξυπηρέτησή τους υπάρχει πολύ καλή τουριστική υποδομή και αρκετές ξενοδοχειακές μονάδες μέσα στη Βυτίνα, όπως και στην γύρω περιοχή.
Η ιστορική διαδρομή της Βυτίνας είναι αξιόλογη. Σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή χτίστηκε το 350 μ.Χ. μετά τη διάλυση της αρχαίας αρκαδικής κώμης του Μεθυδρίου. Το όνομά της σύμφωνα με μια εκδοχή προέρχεται από τη λέξη βυθός, επειδή η παλιά κωμόπολη ήταν χτισμένη στο βάθος μιας λεκάνης τριγυρισμένης από λόφους. Μια άλλη εκδοχή δέχεται ότι το όνομά της έχει σλαβική προέλευση και οφείλεται στους Σλάβους που είχαν κατοικήσει την περιοχή και αργότερα εξελληνίσθησαν. Η αρχική θέση της κωμόπολης ήταν 3 χιλ. ΒΑ στη θέση Δαμασκηνιά. Αργότερα, και λόγω του ψυχρού κλίματος, οι κάτοικοι μετακινήθηκαν προς τον ποταμό Μυλάοντα, κοντά στο γεφύρι Ζαρζί, ενώ χρησιμοποιούσαν σαν τόπο παραθερισμού την πλαγιά της Κάτω Βυτίνας. Τελικά μετεγκαταστάθηκαν εκεί μέχρι την επανάσταση του 1821.
Η περιοχή της Βυτίνας είχε αναγνωρισθεί κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας σαν “βακούφιο” και εθεωρείτο ιερή. Η συμβολή της στον απελευθερωτικό αγώνα ήταν σημαντική. Εκεί γινόταν η τροφοδοσία με ψωμί του επαναστατικού στρατού και η περίθαλψη των τραυματιών. Η περιοχή έδωσε στην επανάσταση πολλούς αγωνιστές και άξιους οπλαρχηγούς και καπεταναίους, πολλοί από τους οποίους έπεσαν στα πεδία των μαχών. Για την ενεργή συμμετοχή της στην επανάσταση, τα στρατεύματα του Ιμπραήμ πυρπόλησαν την Κάτω Βυτίνα επτά φορές το 1825 και το 1826. Έγιναν τότε πολλοί διωγμοί και υπήρξαν πολλά θύματα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ηρωίδα Ελένη Λιαροπούλου, τη “Βυτιναία Σουλιώτισσα”, η οποία για να μη πέσει στα χέρια των Τούρκων, πήδηξε στο γκρεμό από το βράχο “Κότρωνα”. Οι κάτοικοι που διασώθηκαν έχτισαν αργότερα τη σημερινή Βυτίνα, ενώ άλλοι έφυγαν σε πιο εύφορες περιοχές, όπως του Άργους, της Πάτρας και του Πύργου Ηλείας (Βυτινέικα).
Μετά την απελευθέρωση η Βυτίνα γνώρισε αξιόλογη ανάπτυξη. Υπήρξε εμπορικό κέντρο ολόκληρης της περιοχής με σημαντική τοπική οικονομία και βιοτεχνία. Ιδιαίτερα ήκμασε κατά την περιόδο 1920-1940, οπότε και λειτουργούσε η γνωστή Δασοκομική Σχολή, με αξιόλογη τουριστική κίνηση και εμπόριο. Τα χρόνια της κατοχής, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τροχαίας συγκοινωνίας, σηματοδότησαν αργότερα το μαζικό ρεύμα της μετανάστευσης με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του πληθυσμού και τον οικονομικό μαρασμό.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αξιόλογη οικοδομική και τουριστική δραστηριότητα στην περιοχή. Έχουν κτισθεί αρκετές τουριστικές μονάδες, καταστήματα και παραθεριστικά σπίτια. Επίσης έχουν αναστηλωθεί και ανακαινισθεί πολλά παλιά σπίτια. Η Βυτίνα προσπαθεί να ευθυγραμμισθεί με τα κελεύσματα των καιρών και να κρατήσει τη θέση που της ανήκει στην καρδιά της ορεινής Αρκαδίας, στην καρδιά της Πελοποννήσου.
Η Βυτίνα είναι γενέτειρα του ιστορικού Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου και του Βασιλείου Οικονομίδη. Οι προτομές τους, του πρώτου στην κεντρική πλατεία και του δεύτερου στην ομώνυμη μικρή πλατεία μαρτυρούν τη συμβολή της στα γράμματα και τις επιστήμες.
Κέντρο της κωμόπολης είναι η όμορφη κεντρική πλατεία με την αξιόλογη πετρόκτιστη εκκλησία του Αγίου Τρύφωνα, δημιούργημα ντόπιων μαστόρων με το φημισμένο τοπικό μαύρο μάρμαρο. Δίπλα της το Δημαρχείο και γύρω οι περισσότερες ταβέρνες, καφενεία, καφετέριες, όπως και καταστήματα με τοπικά προϊόντα (γαλακτοκομικά, ζυμαρικά, τοπική ξυλοτεχνία, μέλι, βότανα, καρύδια και όσπρια). Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει σε ένα υπέροχο παραδοσιακό παλιό φούρνο, που βρίσκεται σε ένα δρομάκι κοντά στην πλατεία. Η Βυτίνα φημίζεται για τα γαλακτομικά της προϊόντα, όπως και το μέλι από κωνοφόρα και τα κρεατικά της.
Σημαντική θέση στην τοπική παραγωγή και οικονομία κατείχαν παλαιότερα η ξυλοτεχνία και υφαντουργία που ανθούσαν στην ευρύτερη περιοχή. Ιδιαίτερα στη Βυτίνα λειτουργούσαν αρκετά εργαστήρια ξυλοτεχνίας (με βάση την καρυδιά, οξιά και τον τοπικό κέδρο) και υφαντουργεία. Αξιομνημόνευτοι είναι οι “Αργαλειοί” που λειτούργησαν την περίοδο του 1928, και στους οποίους οι νέες της περιοχής παρήγαγαν εξαιρετικά υφαντά .
Κοντά στην κεντρική πλατεία βρίσκεται η Βιβλιοθήκη της Βυτίνας, με αξιόλογο ιστορικό αρχείο για την περιοχή. Αξιόλογο κτίσμα είναι το πετρόκτιστο “Ελληνικό Σχολείο”, ένα ιστορικό κτίριο που συνδέεται με την ιστορική σχολή της Βυτίνας. Από το λόφο του Αϊ-Λιά, στην πάνω γειτονιά, προσφέρεται όμορφη θέα στην κωμόπολη. Στην πλατεία της Βυτίνας, σε νεόδμητο κτίριο στεγάζεται αξιόλογο Λαογραφικό Μουσείο. Το Λαογραφικό Μουσείο Βυτίνας στεγάζεται σε νέο πετρόκτιστο ισόγειο κτίριο στο πάνω μέρος της κεντρικής πλατείας της Βυτίνας. Σε ένα άνετο και ιδιαίτερα φροντισμένο χώρο εκτίθενται 650 παλαιά αντικείμενα της καθημερινής ζωής: ποιμενικά, γεωργικά και υλοτομικά εργαλεία, παλαιές μηχανές, πλήρες τσαγκαράδικο, εκκλησιαστικά είδη, οικιακά σκεύη, σίδερα, παλαιά φωτιστικά, πήλινα δοχεία, ενδύματα, πλήρης αργαλειός, στολές, παλιές φωτογραφίες, παλιά έπιπλα κ.α. Το Μουσείο ανήκει στο Δήμο Βυτίνας.
Υπέροχο επίσης είναι – ιδιαίτερα το φθινόπωρο και την άνοιξη – ένα ρομαντικό δενδροσκέπαστο δρομάκι στην είσοδο της Βυτίνας, ο “Δρόμος της Αγάπης” που περνά από το ξενοδοχείο “Βίλα Βάλος”. Νοτιοανατολικά της Βυτίνας βρίσκεται το λατομείο που δίνει το φημισμένο διακοσμητικό μαύρο μάρμαρο.
Άφθονες είναι οι εξορμήσεις που μπορεί να κάνει κανείς με αφετηρία τη Βυτίνα. Μια συνήθης και εύκολη πλέον εξόρμηση είναι στο χιονοδρομικό κέντρο της Οστρακίνας μέσω ασφάλτινου δρόμου. Στη θέση “Οροπέδιο της Οστρακίνας” κοντά στην κορυφή του Μαινάλου και σε υψόμετρο 1600μ., βρίσκεται σύγχρονο χιονοδρομικό κέντρο και ορειβατικό καταφύγιο. Το χιονοδρομικό κέντρο προσφέρει μια από τις καλύτερες πίστες για σκι στην Ελλάδα και προσελκύει πολλούς φίλους του σπορ από την Πελοπόννησο και την Αθήνα. Διαθέτει σαλέ με εντευκτήριο και εστιατόριο, 3 αναβατήρες μεταφοράς 200, 350 και 500/ατόμων ανά ώρα και 5 πίστες.
Από την Οστρακίνα περνά το Ευρωπαϊκό Μονοπάτι Μεγάλων Διαδρομών Ε4.Στο δρόμο για τα Λαγκάδια, 3 χιλ. από τη Βυτίνα βρίσκεται το ξενοδοχείο Ξενία σε μαγευτική τοποθεσία μέσα στο ελατόδασος. Αμέσως μετά, είναι ένα όμορφο camping που προσφέρεται για θερινή διαμονή. Κοντά στη Βυτίνα βρίσκονται τα ιστορικά μοναστήρια της Κερνίτσας και των Αγίων Θεοδώρων. Επίσης, στο δρόμο από την Τρίπολη και 3χιλ. πριν τη Βυτίνα, στις παρυφές του Μαινάλου, είναι η “πηγή του Παυσανία”, την οποία αναφέρει ο Παυσανίας στα “Αρκαδικά”.
Διάβασε και αυτό.....Το Χωριό των αγαλμάτων το Σιδηρόκαστρο
Βυτίνα: Η καρδιά του Μαινάλου
Εάν σας άρεσε το αφιέρωμα, παρακαλώ μοιραστείτε το με φίλους. Η δύναμη του ιστολογίου είναι οι αναγνώστες του…..εσείς.
Δεν επιτρέπεται η αντιγραφή και αναδημοσίευση μέρους ή ολόκληρου άρθρου του περιοδικού. Δεν επιτρέπεται και η αναμετάδοση των ηχητικών κειμένων μας σε οποιαδήποτε μορφή και προβολή, δίχως τη γραπτή αδείας μας.
Το Χωριό των αγαλμάτων το Σιδηρόκαστρο το έκανε γνωστό ο γλύπτης Κώστας Γεωργακάς, μετατρέποντάς το σ` ένα υπαίθριο μουσείο αγαλμάτων.
Περισσότερα